Δημοσιεύθηκε : Κυριακή 10 Μαρτίου 2013
από τον Bavouras
Η Σημαία του 5ου συντάγματος Τρικάλων ... που κυμάτιζε στη μάχη του υψώματος 731!
Η Ιστορία της παράδοσης της σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων μέσα από τις μαρτυρίες – ντοκουμέντο του...
Τρικαλινού Νικόλαου Λεοντάρη
Του Αλέξανδρου Καπανιάρη
M.Sc. Πληροφορικός, Ερευνητής αρχείων ..Σπουδαστές της ΣΜΥ με τη Σημαία το 2010 ! Απο τις λίγες φορές που το ΓΕΣ έδωσε την άδεια !
Στο παρακάτω άρθρο καταγράφεται μια μαρτυρία ενός Έλληνα που κράτησε ζωντανή την ιστορία της μαρτυρικής σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων που έγραψε με χρυσά γράμματα στιγμές μοναδικές στο έπος του 40-41 με αποκορύφωμα την μάχη στο ύψωμα 731. Ο Τρικαλινός Νικόλαος Λεοντάρης με αυταπάρνηση φύλαξε για χρόνια φυλαγμένη την σημαία του συντάγματος με κίνδυνο της ζωής του. Την παρέδωσε και ποτέ δεν ζήτησε και δεν πήρε ανταλάγματα απλά γιατί όπως αναφέρει «έκανα το καθήκον μου προς την πατρίδα». Το 5ο Σύνταγμα Πεζικού, οργανική μονάδα της 1ης Μεραρχίας Θεσσαλίας, έλαβε μέρος στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο 1912, στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο 1913, στην Μικρασιατική Εκστρατεία 1919-1922 και στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.
Μερος της ιστορίας από την παράδοση της ένδοξης σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων αναφέρθηκε και στο λεύκωμα που κυκλοφόρησε το 2009 από την Νομαρχία Μαγνησίας, Τρικάλων και τους Δήμους Ζαγοράς και Καρδίτσας με τίτλο «Δημήτριος Κασλας: Η στρατιωτικη διαδρομή, ο άνθρωπος η εποχή».
Ειδικότερα στο κεφάλαιο με τίτλο: «Το 5ο Συντάγμα Πεζικού Τρικάλων» στη σελίδα 167 υπάρχει ένα κείμενο του οποίου αμφισβητείται η ορθότητα βάση μιας αμφίβολης ένορκης βεβαίωσης που αφορά την παράδοση της πολεμικής σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων. Μετά από σχετική ένσταση του Νικόλαου Δ. Λεοντάρη σχετικά με την γνησιότητα της ένορκης βεβαίωσης και το
σχετικό κείμενο της σελίδας 167 προκύπτουν νέα στοιχεία τα οποία και επιθυμώ να παραθέσω προς αποκατάσταση της αλήθειας. Αν και δεν είχα την επιμέλεια της συγκεκριμένεης ενότητας του λευκώματος που αφορά τα γεγονότα της παράδοσης της σημαίας αλλά ως επιμελητής των υπόλοιπων ενοτήτων λευκώματος θα ήθελα να καταγραφούν τα νέα στοιχεία σχετικά με την ιστορική πολεμική σημαία του 5ου Συντάγματος Πεζικού. Επίσης δοθείσης ευκαιρίας επόμενης επανέκδοσης του λευκώματος από τους εκδότες θα γίνει προσπάθεια να καταγραφούν τα νέα στοιχεία.
Ο Νικόλαος Λεοντάρης επίσης στην προσπάθεια διερεύνησης των γεγονότων προσκόμισε μια βεβαίωση με ημερομηνία 3/3/1951 η οποία αναφέρει: «Βεβαιώ ο υπογεγραμμένος Συνταγματάρχης Πεζικού Μακρίτης Αχχιλέας ότι ο Νικόλαος Λεονταρής του Δημητρίου εκ Καλλιρόης – Καλαμπάκας παρέδωσε είς τον υποφαινόμενον την πολεμικήν σημαία του 5ου Συντάγματος Πεζικού την 21ην Μαϊου 1945 εν Τρικκάλοις ότε ετύγχανον Διοικητής του 119 Τάγματος Εθνοφυλακής.
Η παράδοση εγένετο εν επισήμω τελετή είς τους Στρατώνες του 5ου Πεζικού
Συντάγματος Τρικάλων καθ’ήν παρέστησαν άπασαι οι Στρατιωτικοί και Πολιτικαί Αρχαί της πόλης Τρικάλλων ως και Βρεττανοί Αξιωματικοί.» Επίσης στον Νικόλαο Λεονταρή απονεμήθει από το Βασίλειο της Ελλάδος το «Μετάλλιον Εξαιρέτων Πράξεων» για την διαφύλαξη και την παράδοση της σημαίας με ημερομηνία 22/7/1954.
Στην προσπάθεια μας για την διερεύνηση των πραγματικών γεγονότων που αφορούν την παράδοση της ιστορικής πολεμικής σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων που φυλάσσεται σήμερα στην Σχολή Μόνιμων Υπαξιωματικών στα Τρίκαλα θα παραθέσουμε αυτούσια την μαρτυρία – ντοκουμέντο του Νικόλαου Δ. Λεονταρή ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά για τα γεγονότα της εποχής:
«Εδώ θα ιστορήσο πως περιήλθε η πολεμική Σημαία του ηρωϊκού 5ου Πεζικού Συντάγματος σε μένα, ως και τι έκανα εγώ να διασώσω ταύτην παό τα στρατεύματα κατοχής. Όταν η Γερμανία κύρηξε τον πόλεμο κατά της Ελλάδος βρέθηκα να υπηρετώ ως υπεύθυνος διαχειριστής την 6η Απριλίου 1941 καυσίμου ύλης του Κέντρου Ανεφοδιασμού Κορυτσάς. Οπότε την 12ην Απριλίου ημέρα Σάββατο και
ώρα 7.00 μ.μ. με αυτοκίνητο του τάγματος να βρεθώ στα Γιάννενα στις 14 Απριλίου 1941 Μεγάλη Δευτέρα και στις 17 Απριλίου 1941 Μεγάλη Πέμπτη ήρθε και η διοίκηση του τάγματος μαζί και ο λόχος που υπηρετούσα εγώ. Εκεί ο διοικητής του λόχου Ανθ/γός Λάμπρου μου λέει όπως ήρθα από την Κορυτσά να πηγαίνω στην Πρέβεζα αυτή είναι διαταγή του τάγματος που πορεία θάρθουν και οι λόχοι. Την επόμενη 18 Απριλίου 1941 ήρθε και η διοίκηση του Συν/τός με διοικητή τον αείμνηστο Συν/ρχη Νικόλαο Γεωργούλα. Εκεί εγώ συνάντησα και το φίλο μου στρατιωτικό γιατρό Βασίλειο Κλιάφα για να μου πη καλά που σε βρήκα, γιατί ο διοικητής μας μου είπε ότι, εν όψει διαλύσεως του Συντ/τος και επειδή είμαι από ορεινή περιοχή να παραλάβω να διαφυλάξω την πολεμική Σημαία του Συν/ τός, το αρχείο και τα προσωπικά του αντικείμενα: πιστόλι, κυάλια και ξίφος από τα στρατεύματα κατοχής έως ότου η πατρίδα μας ελευθερωθή. Αλλά εγώ Νίκο δυσκολεύομαι να τα διαφυλάξω, γιατί στο χωριό μου δεν είναι κανένας κάτοικος να βοηθηθώ, έτσι θα αναλάβης εσύ τη φύλαξη των, του λέω και βέβαια, αλλά ο διοικητής και εσύ ποιά πορεία θα ακολουθήσετε, θα πάμε στο Μέτσοβο και από εκεί στο απέναντι χωριό Ανθοχώρι, θα φτάσουμε στον αυχένα του Μαντραχότζα, προχωρώντας θα φτάσουμε στα χωριά μας. Ναι του λέω, αλλά εγώ πήρα διαταγή
να πηγαίνω στην Πρέβεζα. Τότε εσύ εάν περάσης πρώτος από το χωριό μου θα τα παραδώσης στον πατέρα μου που καλά γνωρίζεσθε. Εάν πηγαίνω εγώ θα σε περιμένω εκεί, ο γιατρός πήγε τα παρέδωσε στον πατέρα μου και μετά της αυτοδιαλύσεως και του λόχου που υπηρετούσα έφτασα και εγώ στο χωριό μου όπου και βρήκα μετά μαζί με τον πατέρα μου το κασελάκι με το αρχείο, το πιστόλι και τα κυάλια. Τα τοποθετήσαμε σε ένα ξύλινο κιβώτιο στην αποθήκη, το ξίφος κάτω από ένα στρώμα με ροκόφυλα και τη Σημαία σε ένα από τα δυο μπαούλα που είχε το προικιό ρουχισμού η αδερφή μου.
Ο πατέρας μου πέθανε στις 24 Οκτωβρίου 1941 στο χωριό καταγωγής του, τη Μεσοχώρα, γιατί τον είχαμε μεταφέρη εκεί γιατί είχει δυο καλούς γιατρούς. Όταν επιστρέψαμε στο χωριό μας Καλλιρρόη μαζί με την μητέρα μου και επειδή εγώ είχα απουσιάσει από το χωριό, κοίταξα εκεί στο κιβώτιο στην αποθήκη δεν υπήρχε το κασελάκι μα ούτε και το πιστόλι με τα κυάλια. Τότε ρώτησα τη μητέρα μου τι
έγιναν, για να μου πη όταν απουσίαζα, πήγαν δυο άνδρες και είπαν στον πατέρα σου ότι ήταν αξιωματικοί και τους έστειλε ο Διοικητής να πάρουν τα πράγματα και τους τα έδωσε.
Από την Άνοιξη του 1942 άρχισαν οι Ιταλοί να με πιέζουν να τους παραδώσω τη Σημαία γιατί δικός σου άνθρωπος τους είχε καταδώση ότι την είχα σε μπαούλο στο σπίτι, αλλά στις 2 Οκτωβρίου 1942 ευρισκόμενος σε ένα φιλικό σπίτι μακρυά από το δικό μου είδα νάρχονται Ιταλοί, τότε εγώ προσέτρεξα μην τυχόν κάνουν έρευνα, αλλά όταν έφτασα στην αυλόπορτα οι Ιταλοί που είχαν φτάση γρηγορότερα στα 70 μέτρα είχαν στήση στο έδαφος ένα οπλοπολυβόλο, στραμένη την κάνη προς
το σπίτι μου και ο λοχαγός με τα κυάλια παρακολουθούσε κάθε κίνηση. Εγώ τότε δεν προχώρησα να παω σπίτι, αλλά από εκεί φώναξα τη μητέρα μου να ζώση τη Σημαία, κάτω από το φαρδύ της φόρεμα μην τυχόν οι Ιταλοί κάνουν έρευνα. Δεν βρήκαν ούτε το ξίφος του Συν/ρχου που ήταν στον πυθμένα του μπαούλου γιατί με σταμάτησαν πριν φτάσω εκεί, μετά με πήγαν στο λοχαγό και του πάνε ότι δεν
βρέθηκε τίποτε, ο οποίος προσπάθησε να με ξυλοφορτώση αλλά με θαραλέα στάση μου και επεμβαίνοντα ενός άλλου που γνώριζε πολύ ελληνικά, ο οποίος απευθυνόμενος σε μένα μου είπε να τα παραδώσω γιατί μου είναι άχρηστα. Εγώ συνεχώς προέβαλα άρνηση, ο λοχαγός τότε διέταξε να μου φορέσουν χειροπέδες και να με πάρουν ως όμηρο για την Καλαμπάκα για να με στείλουν στην
Ιταλία. Δεν το έπραξα γιατί ο Ελληνομαθής είχε άλλη άποψη για να τους τα φέρω στην Καλαμπάκα σε λίγες μέρες. Εγώ την άλλη μέρα αναζήτησα κρύπτη έξω από το χωριό και σαν τέτοια βρήκα
στη θέση Χαλκιώτη, έτσι περιτύληξα Σημαία και ξίφος με μια παληά κουβέρτα και τσιουβάλια πήγα και τα τοποθέτησα κάτω από έναν ογκόλιθο, φρακάρησα την οπή και εκεί παρέμειναν από της 4 Οκτωβρίου 1942 μέχρι αρχές Απριλίου 1945 χωρίς να γνωρίζη κανένας ακόμη και η μάνα μου. Οπότε τέλος Μαρτίου 1945 κλήθηκε στα όπλα η κλάση μου και πήγα στα Τρίκαλα και αντί να πάω στη μονάδα μου από ακράτητον ενθουσιασμό πήγα στη Διοίκηση Φρουράς Τρικάλων που ήταν το 119 Τάγμα Εθνοφυλακής και διοικητής ήταν ο Ταγματάρχης Αχιλλέας Μακαρίτης και τα γραφεία ήταν στο Πανελλήνιο Ξενοδοχείο, όπου πήγα και το ανέφερα όπου κάπου έξω από το χωριό μου έχω κρύψη την πολεμική Σημαία του 5ου Πεζικού Συντάγματος Τρικάλων και κατά 60% δεν έχη σαπίση. Εκείνος με χαράς συναισθήματα μου είπε θα σου δώσω μια ομάδα στρατιωτών να πας να τη φέρης.
Του λέω τότε εγώ, ότι πρέπει να πηγαίνω στη μονάδα να καταταγώ. Όχι μου λέει προέχει η μεταφορά της Σημαίας, όσον αφορά για τη μονάδα θα το τακτοποιήσω. Έτσι και εγώ πεζός 85 χιλιόμετρα που απέχει το χωριό πήγα τα έβγαλα από την κρύπτη και βρήκα τη Σημαία τελείως άθικτη, τα πήγα στο σπίτι άφησα το ξίφος και έβαλα τη Σημαία σε ένα ντροβά και ξανά για τα Τρίκαλα την πήγα στα γραφεία της διοικήσεως όπου ο Ταγματάρχης Μακαρίτης με δέχθηκε με πλήρη αισθήματα και
ασπασμούς, αλλά και σήμανε συναγερμό και συγκεντρώθηκαν όλοι οι αξιωματικοί και εγώ να ατενίζω τη Σημαία. Ο δε μακαρίτης Αχ. Μακαρίτης τους εξήγησε όλα τα συμβαινόμενα, μετά είπε σε μένα να αφήσω εκεί τη Σημαία έως ότου ορισθή από το Υπουργείο των Στρατιωτικών η επίσημη παράδωση, εγώ το αρνήθηκα για να του πω στην επίσημη παράδωση θα σας την παραδώσω. Και η επίσημη παράδωση ορίσθηκε η 21 Μαϊου 1945 στην οποία αφού μίλησα εγώ δια μικροφώνου την
έβγαλα από τη δερμάτινη τσιάντα που κατά την ομιλία μου την κρατούσε η μαθήτρια και συγγενής μου Νίνα Λεων. Μπατόλα εκεί κάπου ίστατο και ο Αστέριος Νταής πρόεδρος του Ελεκτικού Συμβουλίου με πήρε στην αγκαλιά του και με πήγε στον ιστάμενο εκεί Στρατηγό Αβραμίδη και να του πη με τέτοια Ελληνόπουλα η Ελλάδα ποτέ δεν πεθένει.
Μετά άρχισε η υποβολή συγχαρητηρίων από αξιωματικούς Ελλήνων και Άγγλων και πολιτικών , μεταξύ αυτών πέρασε και ο εισαγγελέας Τρικάλων Χαρίλαου Σπένδου για να μου πη είμαι ο εισαγγελέας και σε προσκαλώ αύριο πρωινή ώρα νάρθης στο γραφείο μου να σε γνωρίσω καλίτερα όπου και πήγα. Στη συζήτηση που έγινε με ρώτησε τι εργασία κάνης, καμία του λέω. Θα πάμε στο Νομάρχη να σε τακτοποιήση σε κάποια θέση. Κύριε εισαγγελέα του λέω αυτήν την πράξη που
έκανα καθήκον μου προς την πατρίδα. Τελικά πήγαμε στον Νομάρχη ο οποίος μου είπε για την εθνική τράπεζα αρνήθηκα, δεν δέχθηκα τίποτε, επέστρεψα στο χωριό μου και ψωμοζούσα κατά πως λέγεται. Τέλος για την πράξη μου αυτή τιμήθηκα με το Μετάλλειο Εξαιρέτων Πράξεων».
πηγή: Βετεράνος
Τρικαλινού Νικόλαου Λεοντάρη
Του Αλέξανδρου Καπανιάρη
M.Sc. Πληροφορικός, Ερευνητής αρχείων ..Σπουδαστές της ΣΜΥ με τη Σημαία το 2010 ! Απο τις λίγες φορές που το ΓΕΣ έδωσε την άδεια !
Στο παρακάτω άρθρο καταγράφεται μια μαρτυρία ενός Έλληνα που κράτησε ζωντανή την ιστορία της μαρτυρικής σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων που έγραψε με χρυσά γράμματα στιγμές μοναδικές στο έπος του 40-41 με αποκορύφωμα την μάχη στο ύψωμα 731. Ο Τρικαλινός Νικόλαος Λεοντάρης με αυταπάρνηση φύλαξε για χρόνια φυλαγμένη την σημαία του συντάγματος με κίνδυνο της ζωής του. Την παρέδωσε και ποτέ δεν ζήτησε και δεν πήρε ανταλάγματα απλά γιατί όπως αναφέρει «έκανα το καθήκον μου προς την πατρίδα». Το 5ο Σύνταγμα Πεζικού, οργανική μονάδα της 1ης Μεραρχίας Θεσσαλίας, έλαβε μέρος στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο 1912, στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο 1913, στην Μικρασιατική Εκστρατεία 1919-1922 και στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.
Μερος της ιστορίας από την παράδοση της ένδοξης σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων αναφέρθηκε και στο λεύκωμα που κυκλοφόρησε το 2009 από την Νομαρχία Μαγνησίας, Τρικάλων και τους Δήμους Ζαγοράς και Καρδίτσας με τίτλο «Δημήτριος Κασλας: Η στρατιωτικη διαδρομή, ο άνθρωπος η εποχή».
Ειδικότερα στο κεφάλαιο με τίτλο: «Το 5ο Συντάγμα Πεζικού Τρικάλων» στη σελίδα 167 υπάρχει ένα κείμενο του οποίου αμφισβητείται η ορθότητα βάση μιας αμφίβολης ένορκης βεβαίωσης που αφορά την παράδοση της πολεμικής σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων. Μετά από σχετική ένσταση του Νικόλαου Δ. Λεοντάρη σχετικά με την γνησιότητα της ένορκης βεβαίωσης και το
σχετικό κείμενο της σελίδας 167 προκύπτουν νέα στοιχεία τα οποία και επιθυμώ να παραθέσω προς αποκατάσταση της αλήθειας. Αν και δεν είχα την επιμέλεια της συγκεκριμένεης ενότητας του λευκώματος που αφορά τα γεγονότα της παράδοσης της σημαίας αλλά ως επιμελητής των υπόλοιπων ενοτήτων λευκώματος θα ήθελα να καταγραφούν τα νέα στοιχεία σχετικά με την ιστορική πολεμική σημαία του 5ου Συντάγματος Πεζικού. Επίσης δοθείσης ευκαιρίας επόμενης επανέκδοσης του λευκώματος από τους εκδότες θα γίνει προσπάθεια να καταγραφούν τα νέα στοιχεία.
Ο Νικόλαος Λεοντάρης επίσης στην προσπάθεια διερεύνησης των γεγονότων προσκόμισε μια βεβαίωση με ημερομηνία 3/3/1951 η οποία αναφέρει: «Βεβαιώ ο υπογεγραμμένος Συνταγματάρχης Πεζικού Μακρίτης Αχχιλέας ότι ο Νικόλαος Λεονταρής του Δημητρίου εκ Καλλιρόης – Καλαμπάκας παρέδωσε είς τον υποφαινόμενον την πολεμικήν σημαία του 5ου Συντάγματος Πεζικού την 21ην Μαϊου 1945 εν Τρικκάλοις ότε ετύγχανον Διοικητής του 119 Τάγματος Εθνοφυλακής.
Η παράδοση εγένετο εν επισήμω τελετή είς τους Στρατώνες του 5ου Πεζικού
Συντάγματος Τρικάλων καθ’ήν παρέστησαν άπασαι οι Στρατιωτικοί και Πολιτικαί Αρχαί της πόλης Τρικάλλων ως και Βρεττανοί Αξιωματικοί.» Επίσης στον Νικόλαο Λεονταρή απονεμήθει από το Βασίλειο της Ελλάδος το «Μετάλλιον Εξαιρέτων Πράξεων» για την διαφύλαξη και την παράδοση της σημαίας με ημερομηνία 22/7/1954.
Στην προσπάθεια μας για την διερεύνηση των πραγματικών γεγονότων που αφορούν την παράδοση της ιστορικής πολεμικής σημαίας του 5ου Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων που φυλάσσεται σήμερα στην Σχολή Μόνιμων Υπαξιωματικών στα Τρίκαλα θα παραθέσουμε αυτούσια την μαρτυρία – ντοκουμέντο του Νικόλαου Δ. Λεονταρή ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά για τα γεγονότα της εποχής:
«Εδώ θα ιστορήσο πως περιήλθε η πολεμική Σημαία του ηρωϊκού 5ου Πεζικού Συντάγματος σε μένα, ως και τι έκανα εγώ να διασώσω ταύτην παό τα στρατεύματα κατοχής. Όταν η Γερμανία κύρηξε τον πόλεμο κατά της Ελλάδος βρέθηκα να υπηρετώ ως υπεύθυνος διαχειριστής την 6η Απριλίου 1941 καυσίμου ύλης του Κέντρου Ανεφοδιασμού Κορυτσάς. Οπότε την 12ην Απριλίου ημέρα Σάββατο και
ώρα 7.00 μ.μ. με αυτοκίνητο του τάγματος να βρεθώ στα Γιάννενα στις 14 Απριλίου 1941 Μεγάλη Δευτέρα και στις 17 Απριλίου 1941 Μεγάλη Πέμπτη ήρθε και η διοίκηση του τάγματος μαζί και ο λόχος που υπηρετούσα εγώ. Εκεί ο διοικητής του λόχου Ανθ/γός Λάμπρου μου λέει όπως ήρθα από την Κορυτσά να πηγαίνω στην Πρέβεζα αυτή είναι διαταγή του τάγματος που πορεία θάρθουν και οι λόχοι. Την επόμενη 18 Απριλίου 1941 ήρθε και η διοίκηση του Συν/τός με διοικητή τον αείμνηστο Συν/ρχη Νικόλαο Γεωργούλα. Εκεί εγώ συνάντησα και το φίλο μου στρατιωτικό γιατρό Βασίλειο Κλιάφα για να μου πη καλά που σε βρήκα, γιατί ο διοικητής μας μου είπε ότι, εν όψει διαλύσεως του Συντ/τος και επειδή είμαι από ορεινή περιοχή να παραλάβω να διαφυλάξω την πολεμική Σημαία του Συν/ τός, το αρχείο και τα προσωπικά του αντικείμενα: πιστόλι, κυάλια και ξίφος από τα στρατεύματα κατοχής έως ότου η πατρίδα μας ελευθερωθή. Αλλά εγώ Νίκο δυσκολεύομαι να τα διαφυλάξω, γιατί στο χωριό μου δεν είναι κανένας κάτοικος να βοηθηθώ, έτσι θα αναλάβης εσύ τη φύλαξη των, του λέω και βέβαια, αλλά ο διοικητής και εσύ ποιά πορεία θα ακολουθήσετε, θα πάμε στο Μέτσοβο και από εκεί στο απέναντι χωριό Ανθοχώρι, θα φτάσουμε στον αυχένα του Μαντραχότζα, προχωρώντας θα φτάσουμε στα χωριά μας. Ναι του λέω, αλλά εγώ πήρα διαταγή
να πηγαίνω στην Πρέβεζα. Τότε εσύ εάν περάσης πρώτος από το χωριό μου θα τα παραδώσης στον πατέρα μου που καλά γνωρίζεσθε. Εάν πηγαίνω εγώ θα σε περιμένω εκεί, ο γιατρός πήγε τα παρέδωσε στον πατέρα μου και μετά της αυτοδιαλύσεως και του λόχου που υπηρετούσα έφτασα και εγώ στο χωριό μου όπου και βρήκα μετά μαζί με τον πατέρα μου το κασελάκι με το αρχείο, το πιστόλι και τα κυάλια. Τα τοποθετήσαμε σε ένα ξύλινο κιβώτιο στην αποθήκη, το ξίφος κάτω από ένα στρώμα με ροκόφυλα και τη Σημαία σε ένα από τα δυο μπαούλα που είχε το προικιό ρουχισμού η αδερφή μου.
Ο πατέρας μου πέθανε στις 24 Οκτωβρίου 1941 στο χωριό καταγωγής του, τη Μεσοχώρα, γιατί τον είχαμε μεταφέρη εκεί γιατί είχει δυο καλούς γιατρούς. Όταν επιστρέψαμε στο χωριό μας Καλλιρρόη μαζί με την μητέρα μου και επειδή εγώ είχα απουσιάσει από το χωριό, κοίταξα εκεί στο κιβώτιο στην αποθήκη δεν υπήρχε το κασελάκι μα ούτε και το πιστόλι με τα κυάλια. Τότε ρώτησα τη μητέρα μου τι
έγιναν, για να μου πη όταν απουσίαζα, πήγαν δυο άνδρες και είπαν στον πατέρα σου ότι ήταν αξιωματικοί και τους έστειλε ο Διοικητής να πάρουν τα πράγματα και τους τα έδωσε.
Από την Άνοιξη του 1942 άρχισαν οι Ιταλοί να με πιέζουν να τους παραδώσω τη Σημαία γιατί δικός σου άνθρωπος τους είχε καταδώση ότι την είχα σε μπαούλο στο σπίτι, αλλά στις 2 Οκτωβρίου 1942 ευρισκόμενος σε ένα φιλικό σπίτι μακρυά από το δικό μου είδα νάρχονται Ιταλοί, τότε εγώ προσέτρεξα μην τυχόν κάνουν έρευνα, αλλά όταν έφτασα στην αυλόπορτα οι Ιταλοί που είχαν φτάση γρηγορότερα στα 70 μέτρα είχαν στήση στο έδαφος ένα οπλοπολυβόλο, στραμένη την κάνη προς
το σπίτι μου και ο λοχαγός με τα κυάλια παρακολουθούσε κάθε κίνηση. Εγώ τότε δεν προχώρησα να παω σπίτι, αλλά από εκεί φώναξα τη μητέρα μου να ζώση τη Σημαία, κάτω από το φαρδύ της φόρεμα μην τυχόν οι Ιταλοί κάνουν έρευνα. Δεν βρήκαν ούτε το ξίφος του Συν/ρχου που ήταν στον πυθμένα του μπαούλου γιατί με σταμάτησαν πριν φτάσω εκεί, μετά με πήγαν στο λοχαγό και του πάνε ότι δεν
βρέθηκε τίποτε, ο οποίος προσπάθησε να με ξυλοφορτώση αλλά με θαραλέα στάση μου και επεμβαίνοντα ενός άλλου που γνώριζε πολύ ελληνικά, ο οποίος απευθυνόμενος σε μένα μου είπε να τα παραδώσω γιατί μου είναι άχρηστα. Εγώ συνεχώς προέβαλα άρνηση, ο λοχαγός τότε διέταξε να μου φορέσουν χειροπέδες και να με πάρουν ως όμηρο για την Καλαμπάκα για να με στείλουν στην
Ιταλία. Δεν το έπραξα γιατί ο Ελληνομαθής είχε άλλη άποψη για να τους τα φέρω στην Καλαμπάκα σε λίγες μέρες. Εγώ την άλλη μέρα αναζήτησα κρύπτη έξω από το χωριό και σαν τέτοια βρήκα
στη θέση Χαλκιώτη, έτσι περιτύληξα Σημαία και ξίφος με μια παληά κουβέρτα και τσιουβάλια πήγα και τα τοποθέτησα κάτω από έναν ογκόλιθο, φρακάρησα την οπή και εκεί παρέμειναν από της 4 Οκτωβρίου 1942 μέχρι αρχές Απριλίου 1945 χωρίς να γνωρίζη κανένας ακόμη και η μάνα μου. Οπότε τέλος Μαρτίου 1945 κλήθηκε στα όπλα η κλάση μου και πήγα στα Τρίκαλα και αντί να πάω στη μονάδα μου από ακράτητον ενθουσιασμό πήγα στη Διοίκηση Φρουράς Τρικάλων που ήταν το 119 Τάγμα Εθνοφυλακής και διοικητής ήταν ο Ταγματάρχης Αχιλλέας Μακαρίτης και τα γραφεία ήταν στο Πανελλήνιο Ξενοδοχείο, όπου πήγα και το ανέφερα όπου κάπου έξω από το χωριό μου έχω κρύψη την πολεμική Σημαία του 5ου Πεζικού Συντάγματος Τρικάλων και κατά 60% δεν έχη σαπίση. Εκείνος με χαράς συναισθήματα μου είπε θα σου δώσω μια ομάδα στρατιωτών να πας να τη φέρης.
Του λέω τότε εγώ, ότι πρέπει να πηγαίνω στη μονάδα να καταταγώ. Όχι μου λέει προέχει η μεταφορά της Σημαίας, όσον αφορά για τη μονάδα θα το τακτοποιήσω. Έτσι και εγώ πεζός 85 χιλιόμετρα που απέχει το χωριό πήγα τα έβγαλα από την κρύπτη και βρήκα τη Σημαία τελείως άθικτη, τα πήγα στο σπίτι άφησα το ξίφος και έβαλα τη Σημαία σε ένα ντροβά και ξανά για τα Τρίκαλα την πήγα στα γραφεία της διοικήσεως όπου ο Ταγματάρχης Μακαρίτης με δέχθηκε με πλήρη αισθήματα και
ασπασμούς, αλλά και σήμανε συναγερμό και συγκεντρώθηκαν όλοι οι αξιωματικοί και εγώ να ατενίζω τη Σημαία. Ο δε μακαρίτης Αχ. Μακαρίτης τους εξήγησε όλα τα συμβαινόμενα, μετά είπε σε μένα να αφήσω εκεί τη Σημαία έως ότου ορισθή από το Υπουργείο των Στρατιωτικών η επίσημη παράδωση, εγώ το αρνήθηκα για να του πω στην επίσημη παράδωση θα σας την παραδώσω. Και η επίσημη παράδωση ορίσθηκε η 21 Μαϊου 1945 στην οποία αφού μίλησα εγώ δια μικροφώνου την
έβγαλα από τη δερμάτινη τσιάντα που κατά την ομιλία μου την κρατούσε η μαθήτρια και συγγενής μου Νίνα Λεων. Μπατόλα εκεί κάπου ίστατο και ο Αστέριος Νταής πρόεδρος του Ελεκτικού Συμβουλίου με πήρε στην αγκαλιά του και με πήγε στον ιστάμενο εκεί Στρατηγό Αβραμίδη και να του πη με τέτοια Ελληνόπουλα η Ελλάδα ποτέ δεν πεθένει.
Μετά άρχισε η υποβολή συγχαρητηρίων από αξιωματικούς Ελλήνων και Άγγλων και πολιτικών , μεταξύ αυτών πέρασε και ο εισαγγελέας Τρικάλων Χαρίλαου Σπένδου για να μου πη είμαι ο εισαγγελέας και σε προσκαλώ αύριο πρωινή ώρα νάρθης στο γραφείο μου να σε γνωρίσω καλίτερα όπου και πήγα. Στη συζήτηση που έγινε με ρώτησε τι εργασία κάνης, καμία του λέω. Θα πάμε στο Νομάρχη να σε τακτοποιήση σε κάποια θέση. Κύριε εισαγγελέα του λέω αυτήν την πράξη που
έκανα καθήκον μου προς την πατρίδα. Τελικά πήγαμε στον Νομάρχη ο οποίος μου είπε για την εθνική τράπεζα αρνήθηκα, δεν δέχθηκα τίποτε, επέστρεψα στο χωριό μου και ψωμοζούσα κατά πως λέγεται. Τέλος για την πράξη μου αυτή τιμήθηκα με το Μετάλλειο Εξαιρέτων Πράξεων».
πηγή: Βετεράνος